Δευτέρα 21 Μαΐου 2007

υΔΆΤΙΝΟς κΌΣΜΟς


Photo by kil1k



Έβρεξε χθες έναν κατακλυσμό. Και γέμισε άξαφνα η πόλη λίμνες, ποτάμια και κανάλια. Κι έσταζαν στο παρπρίζ τα δάκρυα τ΄ ουρανού και πάλευα να δω ανάμεσα στις στάλες. Θολός ο κόσμος, ακροβατούσα στα τυφλά, με την αφή θαρρείς πως ένιωθα την άσφαλτο. Τι να σου κάνουν οι πυξίδες; Κοίτα τ’ αστέρια, αυτά ξέρουνε καλύτερα το δρόμο. Μέσα στο σκάφανδρο προστατευμένη, παρατηρούσα μέσα από το τζάμι όποια μορφή ζωής ξενυχτισμένης. Σε μια στροφή φοβήθηκα, πάσχιζα να κρατήσω το τιμόνι, τα χέρια αδύναμα, ζαλισμένο το μυαλό, δεν άντεξα και παραδόθηκα στη δίνη του ωκεανού. Τα λάστιχά μου κολυμπούσαν ύπτιο. Τρομάζω σαν πηγαίνω με την πλάτη. Μα τότε πρόσεξα τα μουσκεμένα μου μαλλιά που έσταζαν στους ώμους και τις μεμβράνες που αναπτύχθηκαν ανάμεσα στα δάχτυλα. Λέπια γεμίσαν οι γοφοί κι οι γάμπες, γυμνό το στήθος πρόβαλε, μορφή γοργόνας. Γύρισα πίσω εκεί που ανήκω, εξ αρχής κόσμου ήταν η θάλασσα. Πότισε το κορμί μου ως το κόκκαλο, μα ένιωθα παράξενα οικεία. Βούτηξα στο βυθό κάτω απ’ την άσφαλτο κι είδα έναν κόσμο αλλότριο. Τσούχτρες, κοράλια κι αχινοί, σελάχια, χέλια και δελφίνια, όλα μου κάνανε παρέα. Μου μίλησαν σαν να με ξέραν χρόνια και μου ‘πανε να ξαναβγώ στην επιφάνεια. Μεγάλο μέρος του κορμιού μου αποτελείται από νερό, γιατί να μην μπορώ να μείνω εδώ που ανήκω; Εκεί πάνω δε με κρατάει τίποτ’ άλλο. Βυθίζομαι στη δίνη του νερού, νιώθω να πνίγομαι μα δεν υποφέρω. Το σώμα μου αιωρείται, κινήσεις απαλές, χορεύω και τα ρούχα μου Σαλώμης πέπλα που χορεύουνε μαζί μου. Μπροστά στα μάτια μου περνά η ζωή μου όλη. Πρώτα γενέθλια, η γέννηση ενός αδερφού, παιχνίδια στην άμμο, το πατρικό μας σπίτι, σχολείο, αλάνες, γειτονιά, ματωμένα γόνατα, κοπάνες, καρδιοχτύπια, έρωτες, ο παππούς, η γιαγιά, γάμοι, χαρές, ένα μωρό που δε γεννήθηκε ποτέ, χωρισμοί, πτήσεις, φιλιά... κρεβΆτια, κρεβΆτια, κρεβΆτια.... μοναξιά. Εδώ κάτω υπάρχει μόνο νερό. Νιώθω πως γύρισα ξανά στη μήτρα. Σκοτάδι. Ύπνος. Μάνα - θάλασσα. Ούτε τα βλέφαρα δεν κλείνουν, τα μάτια υγρά όπως πάντα θα ‘πρεπε να είναι, το στόμα μισάνοιχτο δεν αναπνέει, μπουρμπουλήθρες gin tonic, είμαι σαν μέδουσα οκνή, διάφανη και στραφταλίζω. Νιώθω πως χάνομαι γλυκά, δε νιώθω πόνο, δε νιώθω τίποτα. Είμαι Γη και Ουρανός, είμαι Νερό και Φωτιά, είμαι Αέρας, είμαι Ουσία. Ο πιο ανώδυνος θάνατος είναι αυτός από πνιγμό/ασφυξία…



1 σχόλιο:

Y. K. είπε...

ομορφο πολυ κοριτσακι..