Τετάρτη 27 Ιουνίου 2007

9030

Tί να ζηλέψω από το καλοκαίρι; Μήπως ξέρω και τί σημαίνει; Είμαι μικρή ακόμη και δε βιάζομαι να μάθω. Κρατάω την αναπνοή μου και βουτάω. Μετράω ώς το πάντα και ξαναβγαίνω στην επιφάνεια. Εκεί οι εικόνες ίδιες πάντα. Η πόλη αυτή με πιάνει από το λαιμό και με σφίγγει. Ίσως γιατί δεν ξέρω τί να πιω για να δροσιστώ. Άρρωστα, καυτά ψυγεία μου προσφέρουν άπλετη υγεία. Και γω δεν ξέρω πόση υγεία να διαλέξω. Η υγεία που χρειάζομαι δεν συντηρείται σε ψυγείο. Γράφεται σε χαρτί. Μερικές τιμές είναι. Που αλλάζουν τη ζωή .Ίδιες συζητήσεις παντου. Βλέπω ανθρώπους με βαλίτσες και θέλω να ρωτήσω: Είστε σίγουροι πως τα πήρατε όλα; Τα κόμπλεξ σας; Τους φόβους; Την ανία; Την αγαμία σας; Την κακή σας ματιά για τον κόσμο; Την ανάγκη σας για επίδειξη; Ώραία τότε είστε πραγματικά έτοιμοι. Ωω το χρώμα σας μόνο Πώς να σας το πω! Μοιάζετε με σκατό. Όχι όχι σοκολάτα. Σκατό πατημένο με μύγες. Προτιμάτε τη λάμπα από τον ήλιο; Ω τι χαζή που είμαι ! Λάμπα πριν τον ήλιο κι ύστερα τον πιέζετε να γίνει φίλος σας. Αλοίφεστε και περιμένετε να σας χρωματίσει. Τί καημένοι είστε! Μα πως τον θέλετε φίλο σας με αυτά τα τεράστια γυαλιά! Πόσο τα πήρατε; Αα τόσο ακριβά. Μα δεν μπορούμε να έχουμε φίλους αν δεν τους κοιτάμε στα μάτια. Στ'αρχίδια σας ε; Μια πλάνη το καλοκαίρι. Θέλω να πιω velhu verde, το έχω ανάγκη. Να ξαπλώσω πάνω σε ένα τοιχάκι κάτω από μια σκιά. Να φοράω ένα φουστάνι και τίποτα άλλο, με ανοιχτά τα πόδια. Το ένα λυγισμένο και το άλλο να κρέμεται , να το κουνάω στο ρυθμό των φύλλων που θα κουνιούνται από πάνω μου . Να'χω τα μάτια ανοιχτά κάθε ώρα. Να ζήσω στο κενό , να χαράξω από την αρχή πόλεις. Να τους δώσω ονόματα και σχήματα μικρών ζώων. Σχεδόν ποτέ δεν φοράω γυαλιά ηλίου. Κι αυτοί που φοράνε δεν ξέρω τί ακριβώς θέλουν να αποφύγουν. Το φως μάλλον. ϊσως γιατί δεν αντέχουν να βλέπουν τους διπλανούς τους, ίσως γιατί δεν αντέχουν να βλέπουν τον εαυτό τους. Μονάχα που δεν ξέρουν πως κι ο ήλιος φοράει γυαλιά. Τα γυαλιά του είναι τα σύννεφα. Κρύβεται εκεί όταν δεν αντέχει να βλέπει την ασχήμια του καλοκαιρινού κόσμου. Την παρέλαση κρέατος σε χρώμα δεόντος σκατί σε συνδυασμό με την απουσία χρωματιστής ώρας. Φοράω την καλή μου στιγμή και βγαίνω κι εγώ. Κάθε βήμα πονάει αλλά δεν το δείχνω. Το αποφάσισα. Αυτό το καλοκαίρι δεν θα με δει κανείς να πονάω. Όταν δεν θα αντέχω άλλο θα γυρίζω στο σπίτι και θα ξαπλώνω μπρούμυτα χωρίς να φοβάμαι. Δεν ξέρω πόσες άλλες λύσεις μου μένουν. Και κείνη, η παλιά.... Που άλλοι τη λένε λύση κι άλλοι λύσσα, αν δεν πετύχει την πρώτη φορά δεν πετυχαίνει ποτέ. Τσάμπα κόπος κι ετοιμασία. Τσάμπα.. Αααα και τώρα που το θυμήθηκα! Γιατί λέμε καλό καλοκαίρι;;; Αφού περιέχει έτσι κι αλλιώς τη λέξη -καλό! Κι αν είναι έτσι γιατί δεν το λέμε έτσι σε όλες τις υπόλοιπες ευχο-λέξεις; Καλή καληνύχτα λοιπόν. Ακούγεται πιό όμορφα έτσι...

Τρίτη 26 Ιουνίου 2007




επαναλαμβάνομαι δένω τα χέρια σε σχήμα καρδιάς και τα πουλάω χωρίς ανταλλάγματα πια ξυπνώ τις νύχτες ρίχνω νερό στο πρόσωπο ανάβω τσιγάρο πρώτο, δεύτερο μουσική κυλά στο αίμα και ζέστη μου σφυρίζει στο αυτί χαμόγελα φυλάω σε κρυοθαλάμους και συναισθήματα που μάλλον ήρθε καιρός να ανατείλουν αλλά αυτό το λέει το μυαλό που δεν το εμπιστεύομαι πολύ τώρα γιατί με προδίδει πιο πολύ από κάθε άνθρωπο θέλω να βρέξει για να ηρεμήσω αλλά δεν(..)στραγγαλίζω τα όνειρα με μαντίλι το φόβο για να πετάξω χάρτινα τα κορμιά τους μέσα μου να αποσυντεθούν επαναλαμβάνομαι όπως κάθε φορά που μπερδεύομαι και θέλω να μπερδέψω αν ψηλαφήσεις το δέρμα μου οιδήματα θα βρεις και αν μου πεις τι έχουν μέσα τους θα κερδίσεις την έννοιά μου όμως ακόμα κι αυτή αναρωτιέμαι αν τη χρειάζεσαι αφού εσύ κι εσείς χωρίς εμένα προχωράτε ενώ εγώ χωρίς εμένα απλά επαναλαμβάνομαι και δεν (;) υποκλίσεις χαριτωμένες κάνω μπροστά σε ένα κοινό κενό χωρίς λέξεις όμορφες να πω αφού μάλλον το νόημα τους μου είναι αόρατο και πως να πεις κάτι που δεν καταλαβαίνεις απλά για να το πεις τα κύτταρα της μοναξιάς πολλαπλασιάζονται (καρκινικά οριζόμενα αφού οι ρυθμοί τους είναι ατίθασοι πια πέρα από έλεγχο ανθρώπινο) (επανα)λαμβάνω σήματα μορς αγάπης μακρυνής που θέλει να με σώσει (θέλω να σκέφτομαι) όμως όλα τώρα είναι πιο απ(α)λά όταν τα θ(ε)ωρείς με μάτια ξένα βάζω τελεία. επαναλαμβάνομαι.

Seduced..

Ενα εμφυτο λογισμικο το οποιο ρυθμιζει τους κυκλους. Ανοιξη-καλοκαιρι-φθινοπωρο-χειμωνας . Και παλι ανοιξη...
Ζωη-αναπτυξη-γηρας-θανατος. Και παλι ζωη...


Είχα σχεδόν πάψει να αναπνέω όπως παλιά. Θα μπορούσα να το έχω παρατείνει περισσότερο, όμως δεν θα είχε νόημα, ο πόνος θα εξακολουθούσε να είναι το ίδιο αφόρητος. Έπρεπε να το επισπεύσω.. Δεν άντεχα άλλο. Να θυμάμαι, να σκέφτομαι ή να νιώθω. Ήλπιζα πως θα τελειώσουν όλα γρήγορα..

Αποπτωση, ο προγραμματισμενος θανατος των κυτταρων.
Μια κοινοτητα με νομους και αρχες.

Θεωρητικα ολα ειναι αναστρεψιμα.

Αρκει να γινουν αργα και προσεκτικα.

Αυτη ειναι η δουλεια μου.


Ήξερα πως έτσι θα ξαναγεννηθώ. Θα λειτουργούσαν όλα από εκεί που σταμάτησαν. 'Η από την αρχή.. Υπήρχε άραγε τρόπος να το αποφύγω..; Να σταματήσω ή να σαμποτάρω τη μηχανή..; Έψαχνα απεγνωσμένα για μια λύση, όσο ακόμη μπορούσα. Όσο χρόνο μου απέμενε, πριν με χώσουν σ' εκείνον τον καταραμένο τομογράφο και με κάνουν 'καινούρια'..


Πιανω τον χρονο της και τον επιμηκυνω σαν ελαστικη μεμβρανη.
Βρισκω σημεια που εχει φθαρει, μικρες οπες οι οποιες χρειαζονται μπαλωμα και τις διορθωνω.
Ετσι, οταν ξυπνησει ειναι σαν ενα βρεφος με επιλεκτικη μνημη.
Στο επομενο, εντελως πανομοιοτυπο σταδιο.


Η ίδια μανιακή σκέψη συνέχιζε να μου τρυπάει το μυαλό. Ο μοναδικός φίλος που μου είχε απομείνει, εκείνο το παλιό περίστροφο.. Το έσφιγγα πάνω μου δυνατά, μην το χάσω κι αυτό.. (Φυσικά και φοβόμουν. Σαν τον κατάδικο που τον οδηγούν στην κρεμάλα, μόνο που θύμα και θύτης τώρα, ήμουν μόνο εγώ..)

Μυριζει ομορφα.
Το δερμα της φαινεται να ιδρωνει.

Ειναι ομορφη.
Υποτιθεται οτι δε θα μπορουσα ποτε να νιωσω τις τρεις διαστασεις.
Θα ηταν πολυ λιγες και βαρετες.

Δεν κατάλαβα πώς ή πότε έγιναν όλα. Μόνη μου αγωνία, αν αυτή η γαμημένη σφαίρα είχε βρει το στόχο της.. Πλησίασα. Τα μάτια μου ανοιχτά, καρφωμένα στο κενό, παγωμένα.. Με πιο προσεχτική ματιά στο πλάι, είδα πως το τραύμα ήταν ευτυχώς διαμπερές..


Μπορω να βλεπω το προσωπο σου;
Ξεχναω πως ειναι.
Ελπιζω οτι οσο πιο πολυ το βλεπω τοσο περισσοτερο θα το θυμαμαι.


Δεν πρόσεξα πότε ήρθε. Δεν είχαν περάσει παρά λίγα λεπτά.. Τον παρακολουθούσα με περιφρόνηση, αλλά ούτε στάλα φόβο, όση ώρα του πήρε για να με 'μαζέψει'.. Δεν τον φοβόμουνα.. Για την ακρίβεια, δεν ένιωθα τίποτα απολύτως. Αλλά δεν φαντάστηκα στιγμή πως θα παρέβαινε πρωτόκολλο και κανόνες..

Μια μικρη παρακαμψη.
Παμε να περπατησουμε.

Δεν ξερω που βρισκομαστε.

Δικος σου ή δικος μου κοσμος.

Μ' αρεσει απλως που ειμαστε μαζι.


Το μόνο που ζητούσα ήταν να πατήσω πάνω στη δική μου κόλαση. Και τώρα αυτός .. Παραβιάζει το δρόμο μου και με σέρνει σ 'έναν τόπο που δεν έχω ξαναβρεθεί . Σε κοιτάζω. Ξέρεις κάτι; Τα έβλεπα όλα παραμορφωμένα. Πάντα.. Κι εσύ δεν μοιάζεις πια τόσο διαφορετικός. Δεν με πειράζει.. Αλήθεια.. Πάντα ήθελα να γνωρίσω έναν άγγελο. Ή μήπως δαίμονα..; Μην μου αφήσεις το χέρι.. Όχι εδώ. Σε κρατάω..

Hana – By "Zemotion"

Seducing Weirdo

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2007

Γύρισα πίσω, ουρανέ...


Γύρισα στο σπίτι βιαστικά
κι έκλεισα πόρτες και παράθυρα,

να μην ακουω τίποτα

Έβαλα στις σκέψεις μου φωτιά
μα την αλήθεια μου φλερτάρουν
δυο ηλιαχτίδες που ξετρύπωσαν κρυφά.

Τίποτα δε θα' ναι όπως παλιά.

Κι έμεινα μόνος να σκεφτώ πριν συνεχίσω
σ' άφησα πίσω ουρανέ, σ' άφησα πίσω
κρεβάτι για να κοιμηθώ πώς θα στρώσω
μέχρι να έρθει ο καιρός να σ' ανταμώσω.

Και γίνεις θάλασσα πλατειά
και πνίξεις τα όνειρά μου πια κι ό,τι έχω ζήσει.

Κι έφτιαξα ψέμα για να ζω όπως θα νιώθω
και το στεφάνι σου έβγαλα να μη ματώσω
Έφτιαξα χίλιες αφορμές για να θυμώσω
κι έτρεξα μίλια μακριά να σ' ανταμώσω

Μα μόλις έφτασε η στιγμή
το δάκρυ μου έγινε βροχή γύρισα πίσω
γύρισα πίσω ουρανέ, γύρισα πίσω.

Και γύρισα στο σπίτι βιαστικά
κι άνοιξα πόρτες και παράθυρα ν' ακούω οτιδήποτε
φούντωσα του νου μου τη φωτιά
μα την αλήθεια μου φλερτάρουν τώρα πια δυο ψέματα.

Μα δε με νοιάζει αν δεν είναι όπως παλιά...
Τους στίχους και τη μουσική μας τους χάρισε ο Σείριος.
Η παρεά λέγεται Μωβάστρο.

Παρασκευή 22 Ιουνίου 2007


Σαν μικρο παιδι δεν πηρε ποτε δωρο.
Μεγαλωνοντας εμαθε να τα βρισκει και να τα συλλεγει.

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2007

would you mind if i kill you?




Όχι; Οπλίζω το στόμα μου με πέντε γράμματα βόλια, σε σημαδεύω κατευθείαν πάνω στην αριστερή τσέπη του καλοσιδερωμένου σου πουκάμισου και σε πετυχαίνω.

Η τιράντα μου γεμίζει κόκκινα χρώματα και τα δαχτυλά μου αποχαυνωμένα κρέμονται παροπλισμένα από το μισό μου φτερό.

Οι λέξεις λουφάζουν στο λαγούμι του κεφαλιού μου μη ικανές να φτιάξουν μια πρόταση, καταδικασμένες στα βουβά απογεύματα που απλόχερα μου χαρίζεις.

Γιατί μου την πήρες εκείνη την γαμημένη σου πορτοκαλί φέτα ηλιαχτίδα; Γιατί δεν μου την άφησες να ακουμπάω το θολωμένο μου κεφάλι να χαράζει πιο γρήγορα;

Που είσαι όταν περιστρέφομαι γύρω από τον πυρήνα μου , μην έχοντας το κουράγιο να καταγράψω την ετυμολογία όλων όσων είπαμε;

Γιατί δεν έρχεσαι όταν σε περιμένω στις ταράτσες του κόσμου με ένα ζευγάρι παραπονεμένα μάτια και χίλιες σιωπές πάνω μου σαν ράμματα από εγχειρήσεις ;

Γιατί να πρέπει να φύγω πάλι ηλιαχτίδα, και να μην έχω να σου αφήσω τίποτα παραπάνω από τον κλαυσίγελο του Ιούνη μου , δυό κούτες περηφάνιες και εκείνον τον σπασμένο ώμο που τόσες φορές σε προσκάλεσα να ακουμπήσεις λίγο από το σκοτάδι σου να μην κυρτώνουν οι δικοί σου;

Κι αν σου ζήτησα το αβάσταχτο πολύ, γιατί δεν κατάλαβες πως το έκανα επειδή είχα ακόμα περισσότερο να σου δώσω και πως αυτό δεν επιδέχεται κανενός είδους συμβιβασμό;

Αν

Νίκησες

Τότε

Ικευτεύω

Οίκτο


Ακούς ηλιαχτίδα;

Τρίτη 19 Ιουνίου 2007

Τα χέρια δεν ξεχνούν...



Ένα γύρο το φεγγάρι κι άλλον έναν η ζωή
στέκεσαι γυμνή μπροστά μου
κάνει ο χρόνος μια ρωγμή
κάνω την φωτιά μου χάδι και σου κρύβω την πληγή
που από τότε που θυμάμαι μου κλειδώνει το κορμί

Δύο γύρους το φεγγάρι το κορμί μου σε ζητά
απ’ τα δάχτυλά μου βγαίνουνε μαχαίρια κοφτερά
μη φοβάσαι είναι για ‘μένα στη φωτιά μου θα καώ
δεν ζητάω δική μου να ‘σαι θέλω μόνο να σε δω

Δέκα χρόνια δέκα αιώνες
λύσεις ψάχνουν να μου βρουν
δεν με ξέρεις μα το ξέρεις πως τα χέρια δεν ξεχνούν
κάτι νύχτες ματωμένες που αδιάφορα περνάν
που τα σώματα διψάνε μα τα μάτια αλλού κοιτάν

Τρεις φορές θα σε ρωτήσω αν υπήρξε μια φορά
που ήσουν μόνη στο σκοτάδι κι ήμουνα παρηγοριά
τρεις φορές θα σε ρωτήσω π;vς το χρόνο σταματάς
όταν έρχεσαι τα βράδια και στα μάτια με κοιτάς.


Οι στίχοι και η μουσική ανήκουν στη Δανάη Παναγιωτοπούλου.

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2007

duet


Photo by pablorenauld



Διαστροφή είναι ο φόνος, διαστροφή κι ο πόνος. Όταν εσύ συμπλήρωσες "κι ο χρόνος", ήξερα πως μαζί θα κάναμε τα πιο όμορφα εγκλήματα.

8/10/2002 - "Ο δολοφόνος με τον μετρονόμο" έγραψαν οι εφημερίδες, όταν δίπλα στο πρώτο πτώμα τον βρήκανε να δίνει το tempo σε 4/4 πάνω σε μια παρτιτούρα που κολυμπούσε σε μια λίμνη αίματος.

16/1/2003 - Την παρέσυρες στο στούντιο για να προβάρετε ένα ντουέτο. Prima vista δική μου! Της έκοψα το λαιμό με μια χορδή, την ώρα που εσύ συνέχισες ατάραχος να παίζεις σε F major.

19/5/2004 - Πίσω απ’ την κουίντα του βγάλαμε μαζί τα νύχια ενώ η ορχήστα έπαιζε Adagio for strings in G minor. Τον είχες δέσει πάνω σ’ ένα κοντραμπάσο και του φίμωσες το στόμα με ταινία. Στο ancore του έμπηξες με δύναμη τη μπαγκέτα στο αυτί και τον άφησες εκεί όλη τη νύχτα. Τον βρήκε ο μαέστρος το πρωί.

24/9/2005 - Μετά το δείπνο, της έβαλες ν’ ακούσει Prokofiev, March of the Montagues & Capulets. Αργότερα καθώς καθόταν πάνω σου στο κρεβάτι, της κάρφωσα το ψαλίδι στην πλάτη. Πήρα τη φωτογραφική και απαθανάτισα τη λάμψη στα μάτια σου.

Κι οι μήνες περνούσαν κι η μουσική συνόδευε τα μικρά μας εγκλήματα, σαν μυστική συμφωνία για έγχορδα. Κάθε φορά σε άλλο tempo, κάθε φορά μια νέα παρτιτούρα να βάφεται με αίμα, τελετουργία ορχηστρική, εσύ κι εγώ, αγάπη μου, μαζί.

3/1/2006 - Έβγαλες εισιτήριο για Βιέννη, από το νέο έτος θα ήσουν μέλος της Συμφωνικής. Μου το ανακοίνωσες με George Gershwin, Rhapsody In Blue. Δεν μπόρεσα να κρύψω την απογοήτευσή μου.

4/1/2006 - Δεν μπορώ πια να παίξω πιάνο. Τα πλήκτρα χτυπάνε πάνω στα ακρωτηριασμένα σου μέλη και δε βγάζουν ήχο. Ίσως να πρέπει να τα ρίξω στην πισίνα. Ή να τα κάψω στη μπανιέρα. Δεν ξέρω... Μόλις τελειώσει η Σονάτα του Σεληνόφωτος, θ΄αποφασίσω. Πάντα είχαμε τις καλύτερες ιδέες ακούγοντάς την, αγάπη μου...
εγώ κι εσύ... μαζί...



Σάββατο 16 Ιουνίου 2007

Marionettes


Δεν γνωριζει ποτε θα κοπει η κλωστη.
Το νιωθει, αλλα δε γνωριζει
ποτε θα σταματησει να παιζει.

2718

Λιωμένη μέσα στους πυρετούς τον περίμενε να προσγειωθεί πάνω στα στόρια της. Να κρυφτεί μέσα στη σκόνη τους. Τα άνοιγε κάθε μέρα προσεκτικά μέχρι που τον είδε. Τα όνειρα όταν βγαίνουν αληθινά ξεφτιλίζονται. Η αλήθεια όταν μοιάζει με όνειρο δεν είναι πιά αλήθεια. Κι ο έρωτας όταν σκονίζεται σε βιτρίνες είναι χειρότερος απο ληγμένη κονσέρβα. Ο Ιούνης δεν βιάζεται, νομίζει θα μείνει αιώνια και βάζει τις μέρες του στην κατάψυξη. Ο Ιούλης περιμένει υπομονετικά με το βαλιτσάκι του έτοιμο. Κι εγώ ξάγρυπνη κλείνω τα μάτια και περιμένω μια γλώσσα να γλείψει το καρούμπαλο στον αγκώνα μου από τα καυλωμένα κουνούπια. Δε σαστίζω εύκολα πια κι αυτό φαίνεται σε όλους. Δεν είμαι άκεφη αλλά δεν έχω κέφια που λέει ο μικρός μου Οττο και τις νύχτες σε ονειρεύομαι να με γαμάς από πίσω κι ίσως αυτό να μου φτιάχνει το κέφι. Ξυπνάω δυστυχισμένη γιατί το όνειρο είναι πολύ λίγο σε σχέση με την πραγματικότητα που δεν ξέρω αν την έχω ζήσει, αν τη ζω κάθε μέρα , κι αν θα τη ζήσω ποτέ. Ζηλεύω όλους εκείνους που έχουν πληθώρα φωτογραφιών από τα μαιευτήρια και τα βαφτίσια τους. Εγώ δεν έχω και δε θυμάμαι γιατί. Ίσως το φιλμ να πήρε πολύ φως όταν γεννήθηκα. Ίσως ο ήλιος να κατάλαβε από τη στιγμή που άνοιξα τα μάτια μου οτι θέλω να γίνουμε φίλοι και να έτρεξε να μου κάνει υποδοχή. Έβαψα τον ανεμιστήρα μου με χρώματα που δεν θα φορέσω ποτέ. Κι εκείνος κάθε φορά που γυρίζει μου σιγβορέχει μωβ και κίτρινες σταγόνες. Κολλάνε στο πρόσωπό μου και μοιάζουν με τις υπέροχες εκείνες τεράστιες ελιές που ζωγράφιζαν οι γυναίκες στα μάγουλά τους , μερικούς αιώνες πριν. Καταλήγω να αναζητώ μερικά χιλιόμετρα, να τα μετράω και να τα ξαναμετράω μέχρι να μικρύνουν αν και πολύ βαθειά μέσα μου, πάνω από τον κόλπο μου, δεν πιστεύω οτι θα καταφέρω να πλησιάσω έστω και μερικά χιλιοστά. Αυνανίζομαι μπροστά σε καθρέφτες για να βλέπω τα νύχια μου και να τα καμαρώνω. Την επόμενη μέρα τα ξαναβάφω στο ίδιο χρώμα. Ξαπλώνω ανάσκελα. Κρύβω στον αφαλό μου τις αυριανές μου σκέψεις, ξετυλίγω μια καραμέλα, τη βάζω στο στόμα μου και εκείνη αρχίζει αμέσως την κουβέντα με τα δόντια μου. Λυπημένη σκέφτομαι πως ίσως μια μέρα πολλά χρόνια μακρυά από σήμερα, βγάζω τα δόντια μου για να κοιμηθώ, κι ίσως τότε να μην είμαι άκεφη.... Απλά μπορεί να μην έχω κέφια.

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2007

J.B.

«αυτές που δεν έχουν δικό τους κορμί. Η δική τους επιθυμία γίνεται μια απόλυτα φαινομενική παράσταση, μια τεχνική κατασκευή, όπου έρχεται να πιαστεί η επιθυμία του άλλου. Όλη η τέχνη της γοητείας συντίθεται στο να αφήνουν τον άλλο να πιστεύει ότι είναι και παραμένει το υποκείμενο της επιθυμίας»

A.K.

Νιωθει να του κρατανε τα δαχτυλα ανοιχτα

και να τρεχει η αμμος αναμεσα τους,

η ζωη του.


Ποιος εχει περισσοτερο αναγκη;

Να σκυψει αυτος στο στηθος της

ή αυτη στο δικο του;

Αδειο κρεβατι

Ελευθερη;



Κυριακή 10 Ιουνίου 2007

game over


Photo by annejulie



Προσδοκίες Παρασκευής. Προσμονή Σαββάτου. Λύπη Κυριακάτικη. Τι θα μπορούσα άραγε να γράψω απόψε; Απόψε που όλα είναι μπλε-μωβ. Που ο χρόνος σταμάτησε σ’ ένα ψηφίο. Κι έχω μείνει να το κοιτώ σαν να παγώσανε τα μάτια μου επάνω του και μαζί τους κι η καρδιά μου. Κι η ανάσα μου μάτωσε ακόμη. Όλοι αυτοί που λένε πως σε σκέφτονται, ψέματα σου λένε. Χαϊδεύουν και ταΐζουν τις ελπίδες σου και μετά διασκεδάζουν με την απογοήτευσή σου. Θα μπορούσα να γράψω πάλι για τη θλίψη, αλλά τι νόημα θα είχε απλώς να τη διαβάσεις; Θα προτιμούσα να τη νιώσεις. Να είσαι εδώ όταν με τυλίγει και να τη βλέπεις πώς αλλάζει χρώματα και με τρελαίνει. Μα δε θέλω να σε τρομάξω. Θα μπορούσα να γράψω για τη μελανιά στο στομάχι μου και πώς την απέκτησα. Μα αυτό θα σε ανησυχούσε ίσως κι ούτε αυτό το θέλω. Θα προτιμούσα να είσαι εδώ και να μου τη φιλάς να γιάνει. Να βυθίσεις τα δάχτυλά σου στο δέρμα μου μέχρι να λιώσουν και να γίνουν ένα. Να βουτήξεις στο είναι μου σαν να ‘μουν θάλασσα. Να πνιγείς μέσα μου. Είναι όμως νωρίς ακόμα, έχε υπομονή, θα γίνει. Θα μπορούσα να γράψω για τα θέλω σου. Που τα είδα στα μάτια σου. Που τα ακύρωσες ακόμα πριν προλάβουν να θεριέψουν. Για το δήθεν, το κάπως, το καθώς πρέπει. Για το φέρομαι όπως αρμόζει, το πώς θα με κάνεις να σε σκέφτομαι, το γιατί, το αύριο, το πότε θα μου τηλεφωνήσεις. Ούτε αυτό δεν θα κάνω. Άλλο θα προτιμούσα, άλλο... Θα μπορούσα να γράψω για την ερωτική επιθυμία. Έννοια σου και σου την έχω φυλαγμένη. Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος. Σύντομα θα ξεγυμνωθώ και πάλι. Μα θα είναι πολύ αργά και δεν θα μπορείς να κάνεις τίποτα. Σύντομα, σύντομα μικρό μου... Τι είπες; Δε σ’ αρέσουν αυτά που γράφω; Θέλεις να ξαναγίνω συγκαταβατική και γλυκιά; Εύπεπτα μελαγχολική ίσως; Γιατί; Πες μου τι έχω να κερδίσω. Σε περίμενα, δεν ήρθες. Fuck you! Μου τελειώσαν και τα κέρματα. Δεν ακούς; Game over. Better luck next time.Try again please.

Τετάρτη 6 Ιουνίου 2007

Και στο διάβολο πουλάω την ψυχή μου εγώ...



Τόσα χρόνια μες τους χάρτες μου σε ψάχνω
κι ας μην έσκυψες ποτέ στο μέτωπό μου με τα δυο σου χείλια
ν' αφήσεις μιαν ανάσα στη ζωή μου

Κι αν η προσευχή μου οινόπνευμα μυρίζει
καπνό και πυρετό στο γυάλινο το κύμα τ' άρωμά σου
φωνάζω να καθρεφτιστεί η φωνή μου

Και στην όχθη που χτενίζεσαι ακουστή
σαν αλμυρό τραγούδι που σου φέρνει ερωτευμένο το νερό
Και στο διάβολο πουλάω την ψυχή μου
εγώ για να βρεθώ απόψε τυλιγμένος στου κορμιού σου το βυθό

Κάπου η νύχτα μεσοπέλαγα κρεμιέται
στην αγχώνη τ' ουρανού κι ο δαίμονας καβάλα στο σκοτάδι
αρπάζει τη μετέωρη ευχή μου

Και σαν άστρο καυτερό προς το νησί σου
τα λόγια μου πετάει πληγώνοντας τα βράχια και την άμμο
στη χτένα σου καρφώνει την ψυχή μου

Και σταγόνα τη σταγόνα κυλάω
εγώ σαν αλμυρό νερό στους ώμους και στον ακριβό σου το λαιμό
Κι ας το ξέρω πως του λόγου του
στην ανεμόσκαλα εκεί με περιμένει για να μου λιμάρει το σχοινί

Πάνε χρόνια που αντίκρυ αναβοσβήνουν
τα φώτα κάποιας γης τα φώτα κάποιας ξεχασμένης νήσου
που λένε είναι οι κορφές του παραδείσου

Μα το ξέρω είναι της θάλασσας τα μάγια
δεν υπάρχει αυτή η στεριά μιας και κανείς ποτέ του εκεί δεν πήγε
γι' αυτό σφιχτά κρατιέμαι στο κορμί σου

Και μπροστά από τους κολασμένους περνάω
εγώ σα μια σκιά που σεργιανάει στον Άδη τη δικιά σου μυρωδιά
Κι είναι λέω ο παράδεισος για μας
αγάπη μου μικρή να μοιραζόμαστε τούτη την κόλαση μαζί.


Η μουσική και οι στίχοι είναι του Χρήστου.
Το πόνημα φέρει την ονομασία "Ημερολόγιο".

Κυριακή 3 Ιουνίου 2007

Male


Υποτιθεται οτι ενας αντρας αν ειναι σωστος μπορει και μονος του.

Μπορει αλλα ποτε δεν ειναι ολοκληρος.

Φοβομαστε πιο πολυ για μας παρα για ‘κεινον που πεθαινει.

Θα ειναι για παντα ενα συνεχες παρον. Κι ενας προσωπικος σου αγιος.

Περπατας μεσα στη φωτια.