Κυριακή 29 Ιουλίου 2007

473

Όλα αλλάζουν. Όλα χρωματίζονται και ξεβάφουν κι όλα γυαλίζουν αν τα δεις με γυαλιστερά μάτια. Είναι πρωί, δεν κοιμήθηκα. Άφησα την Κυριακή να μου προσφέρει το μοναδικό που έχει να προσφέρει. Τον πρωινό ύπνο. Μην κατεβάζεις τα μούτρα σου, μονάχα αυτό διαθέτεις και δε σου λέω πως είναι λίγο μα πώς να σ'αγαπήσω που είσαι καλή μέχρι το μεσημέρι; Ναι ξέρω δε φταις εσύ που είσαι τελευταία στη σειρά κι ώς ένα σημείο σε καταλαβαίνω γιατί κι εγώ όποτε κι όπως και να γεννήθηκα τελευταία ήμουν. Ξημερώνει. Σκόνταψα στο΄θέλω μου κι έπεσα με τα μούτρα στο χώμα. Όταν σήκωσα το κεφάλι μου είχε βγει ο ήλιος και μου ψιθύρισε "τώρα που ξύπνησα εγώ μην κοιμηθείς σε παρακαλώ". Ήθελε παρέα κι εγώ δεν μπόρεσα να του χαλάσω το χατήρι, καταλαβαίνεις δεν σου ζητάει κάθε μέρα ο ήλιος την παρέα σου. Σκαρφάλωσα πάνω στα μάτια μου και κάθησα κοντά του. Του είπα για τα χρώματα. Του είπα πως το δέρμα μου τον λατρεύει και πως δεν θα μπορούσε να ζήσει μακρυά του. Δε μίλησε, μόνο όταν με είδε να νυστάζω πολύ μ' έστειλε στο κρεβάτι μου. Του είπα πως αφού λείπεις δεν έχω κρεβάτι μα δεν έδειξε να τον νοιάζει... Είμαι πιό μισή απ'ότι περίμενα και φοβάμαι να κοιμηθώ μην ξεχαστώ. Πιό πολύ φοβάμαι γιατί ξέρω τί θα ονειρευτώ. Θέλω να γράψω ένα ποίημα κι εγώ μια φορά στη ζωή μου. Ένα ποίημα για τα χρώματα. Μπορώ να καθήσω σε μια αποβάθρα και να κοιτάξω έναν χωρισμό χωρίς να κλάψω. Να ακούσω το "Βαλς των ματιών" χωρίς να κουνήσω τα βλέφαρά μου. Να παρακολουθήσω ατάραχη έναν άγριο βιασμό. Ο κόσμος είναι σκληρός. Πιό πολύ με ματώνουν τα βλέμματα στο δρόμο. Μάτια κοιτάνε άπό συνήθεια και δε διαστέλλονται στα χρώματα. Μονάχα όταν κάτι τους φανεί ασυνήθιστο. Μονάχα τότε στέκονται. Κοιτάνε αν σου λείπει ένα μάτι ή ένα χέρι μα κανείς δεν κοιτάζει αυτούς που τους λείπει ψυχή απλά και μόνο γιατί δε φαίνεται. Είναι αστείο. Άν σου λείπει μήτρα φαίνεται απ'έξω; Μπορώ ν'αγαπήσω όλο τον κόσμο μονάχα και μόνο γιατί αυτά που μου λείπουν δε φαίνονται. Πότε θα γράψω ένα ποίημα; Πότε οι άνθρωποι θα είναι έτσι όπως τους ονειρεύομαι; Πότε θα ετοιμάσω μια πετυχημένη βυσσινάδα; Ούτε πηχτή ούτε νεροζούμι. Πότε θα ξημερώσει αυτή η μέρα; Δεν αντέχω να ξημερώσω κι άλλη χειροκίνητα. Πότε θα ξεχάσω την ορθογραφία που έμαθα; Μα νομίζω αλλάζει η διάθεση μου. Εδώ που τα λέμε ίσως δω άλλο όνειρο σήμερα. ίσως δω πως κατάφερα επιτέλους να φτιάξω εκείνο το φιλί και να το κρεμάσω με κλωστή στο λαιμό μου για όταν εκραγεί το στόμα μου απο αυτά που δεν μπορεί να πει. Θα πιάνω την κλωστή απαλά και θα σέρνεται πάνω στο στέρνο μου, θα το βγάζω και θα το ακουμπάω στο κάτω χείλος σου. Μυρίζει χώμα, θα μου πεις. Αφού έπεσα με τα μούτρα σου είπα, δε θυμάσαι;

Σάββατο 28 Ιουλίου 2007

Ονειροχωρος

Οτι πιο προσωπικο.
Τοσο που συνηθως το ξεχνας οταν ξυπνησεις.

Ενας καλος παιδικος φιλος με τον οποιο σταματησαμε να μιλαμε πριν χρονια γιατι μαλωσαν οι δικοι μας με πηρε τηλεφωνο για να ξανα βρεθουμε.
Βγηκαμε εξω.
Ημουν ξανα μικρος στο χωριο.
Ειχαμε ξεκινησει για το βουνο με τα ποδηλατα μας.
Το μικροτερο επρεπε να μεινει πισω και μας κοιτουσε γνωριζοντας το παραλογο του ‘πρεπει’ και δινοντας υποσχεση στον εαυτο της οτι καποτε θα οδηγει αυτη προς το βουνο.
Ο
Clive Owen το βραδυ μας παιζει ενα παραδοσιακο οργανο τριγυρω απ’ τη φωτια και ψαχνει καποιον να του τραγουδησει.
Προσπαθω να τον αποφυγω.

Δε θελω να μεινει η μυρωδια σου πανω στο σωμα μου.
Οταν οι γνωστοι μου θα σε δουν θα ειναι ηδη ερωτευμενοι μαζι σου
μολις δουν την πηγη αυτου που τους κεντριζε το μυαλο τοσο καιρο.
Ετσι ισως εχω δεκα λεπτα να τους αντιμετωπισω μεχρι να συνελθουν
και καταφερω να τους ξεφορτωθω.

Πέμπτη 26 Ιουλίου 2007

Gute nacht Ulrich

Παντοτε ντροπαλος, με ματια υγρα, σχεδον βουρκωμενα

δεν μιλουσε πολυ, οι γνωστοι του τον διαβαζαν σαν ανοιχτο βιβλιο

ή τουλαχιστον ετσι νομιζαν

πως ηταν εκφραστικος απο τη φυση του χωρις να ειναι αναγκασμενος να μιλαει

τα βραδια ομως νοικιαζε φτηνα γυναικεια σωματα

μοναχα για να τους μιλαει

βασανιστης ερωτευμενος με το θυμα του

να χωνεται στη ζεστασια τους

και να τα κοιταει με ματια διαφορετικα απο αυτα που φορουσε ολη τη μερα

με οικτο για τον ιδιο του τον εαυτο.



Τετάρτη 25 Ιουλίου 2007


Εκεί στο λιμανάκι που μικρή τριγύριζα ανάμεσα στις βάρκες και κοιτούσα εκστατική τα χρώματα που παίρνει η θάλασσα όταν τρυπώνει μέσα της ο ήλιος, να'μαι πάλι με ένα ξεθωριασμένο τζιν και ένα μικροσκοπικό μπλουζάκι. Γυρισμένο το παντελόνι μέχρι το γόνατο κι εγώ καθιστή στην προβλήτα κοιτώντας το βυθό. Αν αφοσιωθείς στον ήχο της θάλασσας , χάνεσαι..Ησυχία καλύπτει τα πάντα μέσα σου κι έξω από εσένα. Μου λείπει τώρα ένα τσιγάρο και μια αγκαλιά. Το πρώτο το αγοράζω με ένα πλατύ "χαμόγελο" από έναν νέο που κάθεται λίγο πιο πέρα. Το δεύτερο δεν αγοράζεται μα ούτε και το ζητάς.Υποσχέθηκα στον πατέρα να ζωγραφίσω το όνομα στη βάρκα την επόμενη φορά..Ένα όνομα που σημαίνει ανατολή..Αναρωτιέμαι διαρκώς πως μπορώ και προφέρω λέξεις που ξεχνώ την ομορφιά τους. Εδώ και αρκετό καιρό μιλάω επειδή πρέπει. Και γράφω επειδή το θέλω κι επειδή αλλιώς δεν μπορώ. Συμμετέχω κομπάρσος σε όνειρα που άλλοι κάνουν για μένα ενώ τα δικά μου τα εξαναγκάζω σε αυτοκτονία αφού κρίνονται ακατάλληλα. Δεν έχω πολλά αισιόδοξα να πω. Να μου το συγχωρήσετε αυτο. Ναι; Και ναι, το παραδέχομαι ότι δεν προσπαθώ. Κι εδώ δε χωράει γιατί.

Τρίτη 24 Ιουλίου 2007

484


Ήξεραν όλοι μα κανείς δε μιλούσε. Ποτέ δεν πετυχαίνει το τσιγάρο. Τη μιά είναι σφιχτό με πολύ καπνό μέσα και την άλλη σχεδόν άδειο. Τη μιά γεμάτο σάλιο και την άλλη το χαρτάκι χορεύει. Θα μου πεις είναι θέμα συνήθειας. Θα σου πω θέμα διάθεσης. Μονάχα που δεν ξέρω πότε αφήνω το σάλιο μου εκεί πάνω στο χαρτί και πότε το φυλάω για τα φιλιά μας. Ο Στεφαν από το Μοντενέγρο με χαρά κατέβηκε τα σκαλιά του τραίνου. Δεν τον περίμενε κανείς συγγενής στην αποβάθρα αλλά η ζωή η ίδια. Χαμογελαστή και με τις βαλίτσες γεμάτες φωσφορίζοντα σχέδια. Γι'αυτόν ταξίδι είναι η αμαξοστοιχία 504 από Αθήνα για Θεσσαλονίκη. Θα γίνει ηθοποιός. Εγώ λέω πως ταξίδι είναι ένα πολύχρωμο λεωφορείο που κουδουνίζει και διασχίζει την Κολομβία κι εκεί από λάθος δικό του ή του κόσμου προσγειώνεται στο Περού ενώ όταν γεννήθηκε είχε ξεκινήσει για τη Βενεζουέλα. Πάντα το "κατά λάθος" είναι πιό σοφό απο το σωστό. Ζέστη και μωρά που τρώνε σάπιες μπανάνες. Θέλω να τα βάλω να κατουρήσουν όλα μαζί, να σβήσουν τις φωτιές. Κι ύστερα πέφτει ένα αστέρι κι εγώ πρόλαβα κι ευχήθηκα να (έχω φίλους μέχρι να) μη γεράσω. Μπερδεύω τους χρόνους μεταξύ τους. Λέω πως ο αόριστος χώνεται εκεί που ενεστώτας χασμουριέται. Τον παρακείμενο τον κρατάω πάντα σε απόσταση γιατί τον έχω φοβηθεί και γιατί παντα με μπέρδευε. Ο πιό λατρεμένος μου ο παρατατικός γιατί χωράει παντού κι έχει μεγάλα μάτια. Τον μέλλοντα τον κοροιδεύω πλέον γιατί κάποτε με κορόιδεψε με τον χειρότερο τρόπο. Ο υπερσυντέλικος κρατάει αποστάσεις από μόνος του. Ξέρει πότε να εμφανιστεί. Δεν μ'αφήνει να τον μπερδέψω. Τον σέβομαι νομίζω χωρίς να ξέρω γιατί. Βιάστηκα να διαλέξω μορφή όταν γεννήθηκα. Κι απο λάθος πληροφορία μπορώ και ζω ανάμεσα σε ανθρώπους που μου μοιάζουν. Μ'αρέσει να κυκλωνω με κόκκινο μαρκαδόρο τις αγαπημένες μου πόλεις στο χάρτη, μ'αρέσει να γεμίζω τη μπανιέρα κι ύστερα να βαριέμαι να μπω μέσα. Μ'αρέσει που σ'ονειρεύομαι να με μυρίζεις ανάμεσα στα πόδια την ώρα που κοιμάμαι. Μ'αρέσει να με ρωτάνε στο δρόμο τί ώρα είναι κι εγώ ν'αργώ να βρω το ρολόι μου. Μ'αρέσει να πίνω καφέ με τη μαμά μου νωρίς το πρωί. Μ'αρέσει να φοράω συνέχεια τα ίδια ρούχα μέχρι να ξεσκιστούν. Να τα πλένω στο χέρι. Να τ'απλώνω και να στάζει το νερό γιατί δεν βρήκα πολλή δύναμη να τα σταγγίξω. Μ'αρέσει να επιμένω να θυμάμαι τί μ'αρέσει γιατί φοβάμαι πως μονάχα αυτό με κρατάει ζωντανή. Αν το ξεχάσω θα με ξεχάσει. Θα'ρθει η άσχημη μεριά της βδομάδας και θα με πλακώσει πριν το καταλάβω. Κι αν μια βδομάδα σε πλακώσει ύστερα χρωστάς στην επόμενη και δε μ'αρέσει να χρωστάω άσχετα που μου χρωστάω μια όμορφη χωρίς πόνους ζωή. Μου την έταξα πριν 6 ή 7 ή 8 χρόνια. Τώρα με τους τόκους θα πρέπει να έχει γίνει μια πολύ όμορφη χρωματιστή ζωή. Συγνώμη που καθυστέρησα. Ψάχνω δανεικά ακόμη. Την άλλη βδομάδα μάλλον θα τα καταφέρω να σε πληρώσω...Κάνε λίγη υπομονή...

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2007


Ξεφλουδιζω την καρδια μου με ενα λεπτο , κομψο μαχαιρι. Την κοβω στα τεσσερα και καθε τεταρτο στα δυο.
Κατασπαραζεις τα κομματια και δεν αντεχω το θορυβο απο τα δοντια σου στην τρυφερη σαρκα.
Μα δεν εχω και κουραγιο να σου μιλησω.
Σε κοιταω με ματια νεκρα. Για να καταλαβεις.
Σου ακουμπω το χερι για να καταλαβεις.
Ομως εσυ δεν..
Ωρες ωρες φτιαχνω ελεγειες για τη ζωη που δε θα ζησω.
Και γι αυτην που αφησα να σβησει στο μονοπατι του χρονου.
Αυτο ειναι το μονο που δε μου συγχωρω. Αυτο και την ανοχη μου.
Γιατι οτι αφηνεις ελευθερο τελικα σε προδιδει.
Αυτο που με τυλιγει κραδαινοντας τα κοκκαλα του κορμιου μου ειναι φθορα.
Δεν αποτρεπεται.

Last dusk on earth


Οι παρενεργειες μιας θεραπειας.
Αλλοιωση της σκεψης.
Σε σκεφτομαι.
Εισαι μονη πανω στο καραβι και δεν ξερεις που πηγαινεις.
Δεξια σου βλεπεις φωτιες, αλλα δε διασχιζεις τη Γη του Πυρος.
Σου λειπω.
Ο εγκεφαλος ομως προτιμα να σκαρφαλωνει ψηλοτερα απο το να ερθει κοντα σου.

Βρηκα ενα νεκρο εξω απο την πορτα το πρωι.
Εκλεισα τα ματια και περασα πανω του.
Ετσι συνεχισα να περπαταω.

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2007

Το τελευταίο ποτό με τον διάβολο



Σου στέλνω αυτό το γράμμα βγαλμένο
απ΄τα πιο σκοτεινά υλικά του θανάτου της ψυχής μου.
Το σώμα μου, ένα κοχύλι που κάποτε μέσα του πλάγιαζες
αργει τώρα, κάτω από βρώμικα σεντόνια
αποζητώντας τα μέλη του στ΄απομεινάρια μιας θυσίας.
Οι μέρες εδώ κυλούν σαν μικρά πεπρωμένα του τίποτα
που κατεργάζονται την εκμηδένιση μου
θρυμματίζουν όλα μου τα αστρα
και μ'αποδιδουν ξανά στο κενό διάστημα
στα ερωτηματικά και τους τρόμους.
Στα γράφω όλα αυτά, αυτή τη νύχτα
Καθώς πίνω το τελευταίο μου ποτό με το Διάβολο
και φυσάει μι' αργόσυρτη βροχή
φορτωμένη μ' αναμνήσεις κι αποχαιρετισμούς
και την ανία της ζωής χωρίς εσένα.

Τώρα ξέρεις γιατί δεν απαντώ
Ξέρεις το τίμημα που πληρώνω.

Η μουσική των Κρίνων, οι στίχοι του Παντελή.
Στη φωτογραφία ο Θάνος από το Closer.

μπλε-πορτοκαλί


Photo by annejulie

Ώρα πρωινή. Ο ήλιος ίσα που χαϊδεύει την πολυθρόνα στη βεράντα μου. Σε λίγες μόνο ώρες θα τη μισεί τόσο που θα θέλει να την κάψει. Ένας καφές με συντροφεύει. Μέτριος χωρίς -σαν κι εμένα- με κίτρινο καλαμάκι. Κίτρινο σήμερα, κόκκινο αύριο, μπλε, πράσινο, μωβ την επομένη, κάθε μέρα κι ένα διαφορετικό ανάλογα με τη διάθεση. Κι αυτός ακόμα ο γαμημένος ο καφές έχει υποστεί συμβιβασμούς με την πάροδο του χρόνου. Πρώτη μέρα εδώ και καιρό που ξύπνησα νωρίς χωρίς να έχω τίποτα να κάνω. Έχω ακόμα την πολυτέλεια αυτή. Εδώ που μένω με ξυπνάνε τα πουλιά. Πες μου, θα ‘πρεπε να χαίρομαι γι αυτό; Έχει κανένα νόημα που κάτι θέλουν να μου πουν μα δεν καταλαβαίνω; Χθες μου έκαναν δώρο μια αιώρα. Μπλε-πορτοκαλί. Ποιος είπε πως αυτά τα δύο δεν ταιριάζουν; Κι αν δεν ταιριάζουν, γιατί είναι μαζί; Θα την κρεμάσω στο μπαλκόνι και θα αιωρούμαι τα βράδια. Μαζί σου ή χώρια. Προτιμώ χώρια. Σήμερα θέλω να σου μαγειρέψω. Να βάλω μες στο φαγητό όλη μου την τέχνη. Και χρώμα πολύ σαν πίνακας ζωγραφικής να μοιάζει. Να βάλω φίλτρα μαγικά κι αφού το φας, να έχεις γίνει όπως ακριβώς σε θέλω. Λίγο πιο ψηλός, λίγο πιο σκληρός, λίγο πιο πολύ απ’ όλα. Λίγο μόνο. Κι ύστερα θα φάω απ’ αυτό κι εγώ και θα γίνω όπως με θέλεις. Κι έπειτα θα βρούμε ένα διαμέρισμα στο κέντρο και θα μοιράσουμε τις αποστάσεις. Θα έχει και πάρκινκ. Θα ξυπνάμε το πρωί να πάμε στη δουλειά και θα γυρίζουμε κι οι δυο το μεσημέρι. Θα τρώμε φαγητό που θα έχουμε ετοιμάσει από την προηγούμενη και τα βράδια θα βλέπουμε ταινίες μετά το γυμναστήριο. Παρασκευή βράδυ σινεμά για αλλαγή. Θα πηγαίνουμε εκδρομές τα Σαββατοκύριακα και θα λέμε στους φίλους μας τι ωραία που περάσαμε και θα τους δείχνουμε φωτογραφίες. Και στο χρόνο πάνω θα σ’ έχω βαρεθεί και δεν θα με αντέχεις. Σε παρακαλώ, πες μου πως δεν έχω ξυπνήσει ακόμα, πες μου πως κοιμάμαι και βλέπω ένα άσχημο όνειρο. Τρομαγμένη, κοιτιέμαι στον καθρέφτη. Πού χάθηκε η λάμψη που είχα στο βλέμμα;

Δευτέρα 16 Ιουλίου 2007

παραλήρημα


Photo by gorjuss

ένα μπουκάλι μπύρα και ζέστη αφόρητη, ήχος από ανεμιστήρα οροφής και σχέδια για το σαββατοκύριακο, ρούχα που δεν τσαλακώνουν κι ένα sleeping bag καλοκαιρινό, ελπίδες ιδρωμένες, φωτογραφίες από εκδρομές που ξεθώριασαν και πόσο θα ‘θελα να τις έχω ζήσει μαζί με κάποιον άλλον, νοτισμένα μαλλιά που ξεβάφουν στο μαξιλάρι σαν κραγιόν στο πουκάμισο, θα πάω εκεί που δε με ξέρει κανείς παρέα με άτομα που δε γνωρίζω, θα χαθώ, θα χαθώ, θα χαθώ, θα χορέψω, θα τραγουδήσω, θα μεθύσω, άδεια καρδιά μα τα μάτια γεμάτα, η αγκαλιά γεμάτη κι αυτή, το μυαλό να θέλει να ξεχάσει, πόσο θα ήθελα να μπορώ να σ’ αγαπήσω, κάτι με κρατάει, συγνώμη, συγνώμη, συγνώμη, θέλω να περνάω καλά, είμαι αυτή που δείχνω μα συγχρόνως είμαι και κάποια άλλη, δεν κρύβομαι απλά είμαι μπερδεμένη - όχι διχασμένη, είμαστε το παρελθόν μας και οι επιλογές μας, δεν μπορώ να τα διαγράψω όλα αυτά, μείνε πλάι μου όσο αντέξεις, δεν είμαι κακιά, θέλω να βουτήξω στη θάλασσα και να μην ξαναβγώ στην επιφάνεια, θέλω να με ταξιδέψεις, μια βάρκα γίνε χωρίς κουπιά, δεν ξέρω τι θα φέρει το αύριο μα σίγουρα δε θέλω να είμαι μόνη, χρώματα, ήχοι, βλέμματα, καυτός ήλιος, παγωτό στο κορμί, ηδονή που στάζει και κολλάει στα σεντόνια, όσα δε γνώρισα κι όσα δε θα προλάβω, τα θέλω όλα απόψε, γίνεται; τάξε μου!


Κυριακή 15 Ιουλίου 2007

modigliani

"Θα ζωγραφίσω τα μάτια σου, όταν θα έχω γνωρίσει την ψυχή σου"..
με αυτές τις λέξεις σφράγισε ο Αμεντέο μια υπόσχεση προς τη Ζαν..μια υπόσχεση ότι θα την ανακαλύπτει διαρκώς, μια υπόσχεση ότι θα την αγαπά ολοένα και πιο πολύ, μια υπόσχεση που δε θα μπορούσε να είναι μόνο λόγια..




Σάββατο 14 Ιουλίου 2007

Εικονες


Νυχτερίδα

"έτσι απλά χωρίς να ψάχνεις κάτι να πεις, χωρίς να περιμένεις εξηγήσεις"
drunksoul

Σαν νυχτερίδα βγαίνεις και απλώνεις
Καρτέρι στήνεις στης πόλης τους φανούς
Με το άσπρο στήθος σου γυμνό θολώνεις
Τους νυχτοβίους περαστικούς
Και έχεις τον τρόπο στην μάτια να τους μελώνεις

Ποια προσδοκία με πάθος ατενίζεις
Στις ψευδαισθήσεις κάθε παροχής
Ο κόσμος άρρωστος καπνός που τον καπνίζεις
Και έκτιση καθημερινής ποινής
Να ξημερώνεις μοναχή να μουρμουρίζεις

Και τι να πεις σε δυο κουβέντες τις στιγμής
Δεν θα είμαι εγώ δεν θα ‘σαι εσύ
Ψάχνεις να βρεις δυο κούφια λόγια να πιαστείς
Κι ύστερα πάλι θα χαθείς

Ένα σημάδι βίας μαρτυράει
Στην δεξιά μετώπη για το χθες
Η νύχτα που ‘φυγε στο διάολο να πάει
Κι αναζητάς ξανά πλανόδιους εραστές

Μα έχεις κουράγιο μια πληγή που σε πονάει

Η μουσική και οι στίχοι είναι του Νίκου του Ζούδιαρη.

Μια από τα ίδια λοιπόν... Εγώ χεσμένος και εσύ απλά να με κοιτάς... Μόνο που εσύ ήσουν σε διαφορετικό τραπέζι. Μου άρεσε να με κοιτάς, έτσι απλά χωρίς να ψάχνεις κάτι να πεις, χωρίς να περιμένεις εξηγήσεις. Και εγώ να σε κοιτάω με ματιά θολή, να θέλω να σε κρατήσω με χέρια αδύναμα. Όλα έχουν αλλάξει και δεν μετανιώνω για τίποτα, απλά μου φάνηκε λίγο παράξενο. Τελικά όλα και όλοι προχωράνε, μαζί τους και γω...

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2007


Οι φίλοι μου είναι κραυγές στη σιωπή
οι φίλοι μου φώτα κινδύνου στο σκοτάδι
μόνοι σαν δέντρα των κορφών, σαν προσευχή
παιδιά που δε γυρίζουνε στο σπίτι τους το βράδυ
Οι πιο πολλοί λατρεύουν τις αργίες
μα οι φίλοι μου μισούν τις Κυριακές
κρύβονται πίσω από τα φώτα στο λιμάνι
βάζουν φωτιές, βάζουν φωτιές
Σ' αρπάζει από τα μαλλιά η ασημένια σφήκα
βραδιές βραδιές και σε τινάζει πάνω
έκανα δρόμο να σε δω μα δε σε βρήκα
στέκω στις μύτες των ποδιών, μα δε σε φτάνω
Κακή εποχή κακές στιγμές μου φέρνει
χώμα μυρίζω μωβ σκιές βλέω θαμπά
σαν ένα σαπιοκάραβο που στα ρηχά ξεσέρνει
σαν του Ιούδα φίλημα θα φύγω μακριά
Ξέρεις πώς είναι να διαβάζεις στο σκοτάδι
ξέρεις πώς είναι να δακρύζεις στα κρυφά
φώτα της πόλης και μεγάλοι άδειοι δρόμοι
τα όνειρα της Κυριακής κοστίζουν ακριβά

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2007

Don't look back

Ο Κριστοφ δεν ηταν παιδι θαυμα.

Εκανε περισσοτερα λενε.

Πριν λιγα χρονια καποιοι ειπαν οτι θα ειναι ενας απο τους ανθρωπους που θα επηρεασουν το μελλον.

Περιφεροταν αναμεσα στους πιο ευφυεις και τους πουλουσε την ιστορια του.

Κατευθυνε το μελλον τους και το γνωριζαν.




Με εβαλε στον κοσμο του λαθραια, οπως στο Eyes wide shut.

Περπατουσα αναμεσα σε ανθρωπους με μασκες χωρις να γινω αντιληπτος.

Γνωριζαμε και οι δυο οτι δεν μπορουσε να συμβει.

Με οδηγησε σε ολα τα αποκρυφα μερη του κτιριου, ως εκει που γινοταν πραγματα τα οποια πιστευα οτι ηταν αδυνατα. Χωρις να περιγραφει.

Απλως αφηνε τα ματια μου να χορτασουν εικονες.




Γνωριζε ποσο πολυ αγαπαω τις εικονες.

Σαν ονειρο.

Απωλεια. Του ιδιου σου του εαυτου ή του αλλου σου μισου, οπως στο Devils advocate.

Ξερει οτι αφου μπηκε σ’ αυτο τον κυκλο, θα υπαρξουν απωλειες.



Κανενας κυκλος δεν ειναι ιδανικος. Καποιος πρεπει να πληρωσει.

Σε καθε πραξη θα χασεις κατι.

Ή θα το καταστρεψεις εσυ ο ιδιος. Οχι γιατι εισαι αυτοκαταστροφικος.

Ισως γιατι ειναι το μονο που σου εχει απομεινει να σε ικανοποιει, οπως στο American Psycho.

Εψαχνε αδηφαγος και ανικανοποιητος.

Μπλε χειμώνας...



Μονάχα έχουν περάσει χίλια χρόνια
κι εγώ συνήθως πέθαινα από αγάπη
μέχρι που ήρθε αυτός ο μπλε χειμώνας
ν 'ανάψει αυτά που έσβησε ο αιώνας

Μετρήθηκα στις ώρες του τυφώνα
στις ώρες που η καρδιά ξερνούσε στάχτη
ακίνητος στη δίνη του κυκλώνα
ν 'ακούω μονάχα να μου λένε "πόνα"!

Το σώμα μου δεν δόθηκε στις πέτρες
δε στέρεψε το τελευταίο μου δάκρυ
του έρωτα εποχές, μάγισσες, ψεύτρες
των πιο όμορφων νυχτών, ώρες αλήτρες


Δε θα συγκρίνω φως με το σκοτάδι
ούτε λευκό αμνό με λύκο μαύρο
Δε θα με θρέψει άλλο μάνας χάδι
ας κλείσει της ψυχής μου το πηγάδι!


Μονάχα έχουν περάσει χίλια χρόνια...

Στίχοι του Θάνου και μουσική των Κρίνων

Τετάρτη 4 Ιουλίου 2007

Προσωπικο

Πανε μερες τωρα που η ακρη του ματιου μου πιανει αστραπιαιες κινησεις εντομων.
Ποτε δεν προλαβαινω να τα δω ολοκληρα.
Εκτος απο τη σαρανταποδαρουσα που σκοτωσα πανω στο γραφειο
και την αραχνη στο ημερολογιο.
Δειγμα οτι το καλοκαιρι θα ερθει φετος, εστω και αργα.
Το αιματωμα στο κεφαλι συνεχιζει τις βολτες του,
απροσκλητος επισκεπτης, αγενης και θρασυς.
Χωρις να ειναι αυτος ο λογος,
σκεφτηκα για πρωτη φορα μετα απο χρονια την απουσια μου.
Ειχα συνηθισει να σκεφτομαι τη δικια σου.
Σημερα σκεφτηκα οτι καποτε τα ατομα που με συγκροτουν θα διασκορπιστουν
και δε θα ειναι πια εγω.
Μερος του υδρογονου θα διαφυγει της γηινης βαρυτητας,
εκπληρωνοντας το παιδικο μου ονειρο να γινω αστροναυτης.
Ο ανθρακας, το αζωτο κι ο φωσφορος
τροφη για βακτηρια, αλγη και φυτα.
Το οξυγονο, η μονη χαρουμενη προοπτικη,
ισως να μπερδευτει μες στον αερα
και να τρεχει ολη μερα αναμεσα σε στηθη γυναικων.
Θελω να μαθω γιατι καθενας ειναι διαφορετικος, μοναδικος.
Ποιος συνδυασμος χημικων και ηλεκτρικων σηματων δημιουργει αυτη τη σκεψη,
θα αναπαραχθει ξανα η ιδια;
Αυτο δε θα σημαινει επιστροφη στην προηγουμενη κατασταση,
δεν αναιρειται τοτε ο χρονος;
Αυτο ειναι το μυστικο.
Να αντιστρεψω τη διαδικασια της σκεψης,
μεχρι να ξανα γινω εμβρυο.

Ετσι αρχισε το ονειρο ρε Γιωργο.
Καθομασταν στο αμαξι, στο χειλος του γκρεμου,
εκει που συζηταμε παντα χαζευοντας την πεδιαδα,
τα φωτα της πολης και των μικρων χωριων.
Και ξαφνικα μαλακα, αφηνεις το χειροφρενο κι αρχιζω να γελαω.
Το εκανες εσυ, κι ομως εγω ημουν αυτος που δε φοβαται.
Μπερδεμενες συνειδησεις.

Κι ετσι τελειωσε.
Με κουκλες χωρις στομα.